Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Χρυσή Απάτη(Άρθρο από το ΘΕΜΑ)

Σε μια εποχή που η ανεργία οργιάζει, η αναζήτηση εργασίας από τυχόν αγγελίες είναι φαινόμενο συχνό. Ειδικότερα όταν η αγγελία επαγγέλεται αστρονομικά ποσά, για σχετικά απλά πόστα και χωρίς την επίδειξη βιογραφικού ή πτυχίου, τότε οι κίνδυνοι για απάτη αυξάνονται....

Παρατίθεται άρθρο του Εμμανουήλ Παπαϊωάννου που δημοσιεύτηκε στο "ΘΕΜΑ" στις 12 Νοεμβρίου του 2010.


Ανοίγεις την εφημερίδα κρατώντας το στιλό. Διαβάζεις τις αγγελίες και κυκλώνεις αυτά που σε ενδιαφέρουν. Θες τόσο πολύ να βρεις δουλειά που ίσως δεν πάρεις αμέσως  χαμπάρι τι παίζεται. Πρόσεχε λίγο, γιατί κάποιοι εκεί έξω δαγκώνουν. Πήραμε τηλέφωνο, κλείσαμε ραντεβού και πήγαμε να δούμε τι γίνεται εκεί έξω.
Αν κοιτάξεις μια εφημερίδα με αγγελίες εργασίας, δεν γίνεται να μην αναρωτηθείς το απλό: αν όλες αυτές οι χιλιάδες θέσεις εργασίας που παρελαύνουν κάθε εβδομάδα  από τις σελίδες της πραγματικά υπάρχουν, πώς γίνεται το ποσοστό ανεργίας να είναι σταθερά τόσο μεγάλο; Αγγελίες για κάθε δουλειά, για κάθε επίπεδο μόρφωσης, σχεδόν  για κάθε ηλικία, για κάθε βάρδια.
Υπάλληλοι γραφείου, εμποροϋπάλληλοι, γενικές ειδικότητες και πάει λέγοντας. Κάπου όμως, αν προσέξεις λίγο καλά, θα δεις να παίζει ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο  αγγελίας που πάνω-κάτω λέει τα παρακάτω: «Πολυεθνική ζητά νέους/νέες για εσωτερική θέση γραφείου, μισθός: οκτάωρο 1.300 ευρώ, εξάωρο 850, τετράωρο 500». Η  διατύπωση ποικίλλει, το ίδιο και τα νούμερα των μισθών.
Μια τέτοια λοιπόν αγγελία μπορείς να την συναντήσεις πάνω από 100 φορές σε κάθε εφημερίδα. «Ουάου!», θα αναφωνήσεις, «παίζουν τέτοια λεφτά στην αγορά και εγώ  κάθομαι και φυτοζωώ;». Το ίδιο αναρωτήθηκα και εγώ.

Ψάχνοντας τη χρυσή καριέρα

Παίρνω τηλέφωνο, το σηκώνει μια κοπέλα, της λέω πως παίρνω για την αγγελία και, πριν προλάβω να πάρω ανάσα, ξεκινά να με σφυροκοπά: «Η εταιρεία μας είναι ένας  κολοσσός στο χώρο της εξοικονόμησης ενέργειας, της οικολογίας και της πράσινης ανάπτυξης, δραστηριοποιείται σε περισσότερες από 80 χώρες και απασχολεί χιλιάδες  εργαζόμενους παγκοσμίως…». Την σταματώ με το ζόρι. «Δεν έχω κάρτα στο κινητό», της λέω. Μου κλείνει ραντεβού. Την επομένη κιόλας το μεσημέρι θα έχω συνάντηση με  τον υπεύθυνο.
Εν τω μεταξύ, συνεχίζω ακάθεκτος. Παίρνω τηλέφωνο και σε άλλη αγγελία. Κάποιος το σηκώνει, μου λέει να περιμένω και με βάζει στην αναμονή. Οταν τελικά κάποιος  απαντάει, μένω άναυδος: είναι η ίδια κοπέλα που μου έκλεισε το ραντεβού πριν από ένα λεπτό. Δεν τα χάνω, εκείνη δεν με καταλαβαίνει, της δίνω άλλο όνομα και μου  κλείνει ξανά ραντεβού για την επόμενη ημέρα, την ίδια ώρα, με τον ίδιο υπεύθυνο. Ψυλλιάζομαι. Παίρνω την εφημερίδα και κοιτώ τα τηλέφωνα. Εμοιαζαν. Ψάχνω τις άλλες  αγγελίες. Πάνω από τις μισές έχουν τηλέφωνα που ξεκινούν από τους ίδιους αριθμούς. Τουλάχιστον 40 αριθμοί βγάζουν στην εταιρεία που έκλεισα ραντεβού.
Φτάνω στην ώρα μου. Πρόκειται για ένα τετραώροφο κτίριο, παλιά πολυκατοικία που από όσο καταλαβαίνω, έχει μετατραπεί σε γραφεία. Το ραντεβού μου είναι στον  τέταρτο. Περιμένω το ασανσέρ. Μαζί μου άλλα πέντε άτομα. Ενας νεαρός με κοστούμι, μια σαραντάρα ντυμένη στην τρίχα, μια κοπέλα γύρω στα 20 και δύο ακόμα  πιτσιρικάδες με άφθονο ζελέ στα μαλλιά, κολλητές μπλούζες και πολύ φουσκωτά μπράτσα. «Αν πιάσω τη δουλειά», ψιθυρίζει στο φίλο του ο ένας «θα χτυπήσω το mazda σε  δύο μήνες». Χαμογελώ και μπαίνω στο ασανσέρ. Η ουρά πίσω μας έχει μεγαλώσει.
Στον τέταρτο όροφο πάνω σε ένα παχύ μπλε χαλί μας υποδέχεται μια κοπέλα και γρήγορα-γρήγορα μας ρωτά με ποιον έχουμε ραντεβού. Μας βάζει σε μια μικρή αίθουσα με 20  στριμωγμένες καρέκλες και ένα βάθρο. Κάθομαι και μετρώ κεφάλια. Είμαστε μέσα ήδη δέκα και όλο πληθαίνουμε. Δύο κοπέλες της εταιρείας βγάζουν συνεχώς φωτοτυπίες,  ενώ από τα ηχεία ο απόλυτος Ελληνας σταρ, Σάκης Ρουβάς, τραγουδά πως η μουσική το σώμα του διαπερνάει. Εχει πλάκα. Το σκηνικό είναι σουρεάλ. Κοιτώ τους διπλανούς  μου. Ανθρωποι κάθε ηλικίας περιμένουν υπομονετικά. Το βλέπεις στα μάτια τους, πως οι περισσότεροι έχουν ανάγκη από δουλειά. Το σκηνικό μυρίζει κοροϊδία και η  ανάγκη τους δεν τους αφήνει να την δουν. Το βλέπω και εκνευρίζομαι. Αυτό δεν έχει πλάκα.
Ο υπεύθυνος μπαίνει στην αίθουσα και κάθεται στο βάθρο. Εν τω μεταξύ, οι κοπέλες της εταιρείας έχουν μαζέψει τα βιογραφικά μας και του τα δίνουν. Η παράσταση  ξεκινά. Ο κ. Κ. μας ενημερώνει πως ο υπεύθυνος με τον οποίο είχαμε ραντεβού, δεν μπορεί να έρθει και πως θα μας ενημερώσει ο ίδιος. Είναι κοντός, παχύς, καραφλός  με καστανόλευκο μούσι περιμετρικά του στόματος, φορά ένα μπορντό κοστούμι προηγούμενων δεκαετιών και κίτρινο πουκάμισο.
Η σκηνή βγαίνει κατευθείαν από τα τιμημένα ’80s. Μας λέει πως η εταιρεία είναι τεράστια, πως εμπορεύεται συσκευές εξοικονόμησης ενέργειας και πως δουλειά μας είναι  να προωθούμε αυτά τα προϊόντα τηλεφωνικώς με εξερχόμενες κλήσεις προς πελάτες, αλλά και με εισερχόμενες, καθώς το προϊόν είναι τόσο καταπληκτικό, που μόνοι τους οι  άνθρωποι παίρνουν τηλέφωνο ζητώντας να το αποκτήσουν.
Ο μισθός μας θα είναι καθαρά 1.100 ευρώ συν μπόνους αποδοτικότητας, συν μπόνους από πωλήσεις ανθρώπων που εμείς θα στρατολογήσουμε στην εταιρεία. Η μόνη προϋπόθεση  για όλα αυτά είναι η βασική μας εκπαίδευση που κρατά από δύο μέχρι πέντε ημέρες, η οποία δεν πληρώνεται.
Το συμπέρασμα εύκολο. Πρώτα, βάζουν κόσμο να δουλέψει τσάμπα κατά τη δοκιμή και μετά από μια-δυο πωλήσεις τον σουτάρουν, ενώ ταυτόχρονα στήνουν μια λάιτ μορφή  πυραμίδας, αφού σε καλούν να φέρεις κόσμο να δουλέψει για αυτούς και εσύ να πληρωθείς από τα όποια πιθανά κέρδη τους. Η ενημέρωση τελειώνει. Ο υπεύθυνος τσεκάρει  τα ωράρια που έχουμε επιλέξει και μας χαιρετά έναν-έναν, λέγοντάς μας: «Συγχαρητήρια πέρασες, αύριο ξεκινάς».

Με τους συναδέλφους

Κατεβαίνω κάτω και πιάνω κουβέντα με κάποια παιδιά. Ο Κώστας είναι απόφοιτος του οικονομικού της Νομικής, εικοσιπεντάρης κοστουμαρισμένος. «Τι κάνεις εδώ;», τον  ρωτώ. «Δεν ξέρω», μου λέει, «ήλπιζα ότι δεν θα ήταν παπατζιλίκι και αυτό, ψάχνω δουλειά πάνω από ένα χρόνο και έχω απελπιστεί».
Τα ίδια και ο Δημήτρης. Στην ίδια ηλικία, τελειόφοιτος του Οικονομικού στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, κνίτης από μικρός, τελείωσε το στρατιωτικό και ψάχνει για δουλειά.  «Αυτό το καλτ σκηνικό που είδες σήμερα», μου λέει, «το έχω ζήσει σε πιο hardcore φάσεις. Σήμερα ήρθα να τσεκάρω μήπως και δεν είναι απάτη. Πρέπει να δουλέψω,  πρέπει να πιάσω δουλειά σύντομα», καταλήγει.
Η κ. Ντίνα είναι 50 χρόνων. Με κοιτάει επιφυλακτικά. Δεν θέλει στην αρχή να μου απαντήσει. «Δίνουν καλά λεφτά», ξεκινά τελικά. «Ο άνδρας μου έμεινε άνεργος και τα  βγάζουμε πολύ δύσκολα πέρα. Η κόρη μου που σπούδαζε στη Θεσσαλονίκη γύρισε και έπιασε δουλειά. Τώρα θα πιάσω και εγώ και θα στρώσουμε», μου λέει. Δεν της απαντώ  τίποτα. Δεν θέλω να την απογοητεύσω.
Ακούω πράγματα που, αν τα διάβαζα κάπου, θα έλεγα πως είναι μελό επινοήσεις του δημοσιογράφου. Οχι όμως, δεν είναι. Είναι μια πραγματικότητα εκμετάλλευσης εκεί  έξω. «Τετρακόσια περίπου άτομα περνούν κάθε ημέρα από την εταιρεία», μου λέει ο περιπτεράς παραδίπλα. «Κάθε μέρα. Το έχω μετρήσει». Τον πιστεύω, το έζησα ο ίδιος.  Συγχαρητήρια πέρασα, σκέφτομαι, μόνο που το πρωί δεν θα έρθω για «δουλειά».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΔΕΝ ΒΡΊΖΟΥΜΕ Ή ΠΡΟΣΒΆΛΟΥΜΕ,ΑΛΛΙΩΣ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΘΑ ΔΙΑΓΡΑΦΕΙ ΑΜΕΣΩΣ